Η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης στο Ιόνιο

Με νομοσχέδιο, που έφερε η κυβέρνηση στη βουλή, προχωρά στην επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης στο Ιόνιο μέχρι τα 12 ν.μ.

Με το νομοσχέδιο και σε εφαρμογή κανονισμού της ΕΕ παραχωρείται επίσης δικαίωμα αλιείας σε αλιευτικά σκάφη της ΕΕ μέσα στην Αιγιαλίτιδα Ζώνη – χώρο ελληνικής κυριαρχίας (μεταξύ 6 και 12 νμ). Όπως έγινε και με τη συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Ιταλία και τώρα η ελληνική πλευρά εκχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα που αφορούν τα δικαιώματα στην αλιεία.

Η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης γίνεται από τις ευθείες γραμμές βάσης στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου και των Ιονίων Νήσων μέχρι το Ακρωτήριο Ταίναρο της Πελοποννήσου που καθορίστηκαν με το Π.Δ. 107/2020. Ο υπολογισμός της επέκτασης από τις γραμμές βάσης που καθορίζει το Π.Δ. δημιουργεί ερωτηματικά, καθώς αυτό δεν συνοδεύεται από σχετικό χάρτη, ούτε γίνεται αναφορά με βάση ποιο χάρτη έγινε ο προσδιορισμός των συντεταγμένων, όπως επιβάλλεται. Είναι ερωτηματικό επίσης, αν για την σύνταξή του ΠΔ αξιοποιήθηκε η κατ΄ εξοχήν υπεύθυνη Υδρογραφική υπηρεσία του ΠΝ ή όχι!

Αντικειμενικά η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης σε τμήμα της επικράτειας και όχι στο σύνολο της, μπορεί να θεωρηθεί από την Τουρκία, πως η Ελλάδα αποδέχεται ότι το Αιγαίο αποτελεί ειδική περίπτωση, όπου υποτίθεται δεν ισχύουν οι προβλέψεις της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982.

Μάλιστα η κίνηση αυτή της χώρας στην παρούσα συγκυρία μπορεί να λειτουργήσει πολλαπλά: είτε καθησυχάζοντας το λαό ότι η κυβέρνηση εκπέμπει μηνύματα «αποφασιστικότητας» απέναντι στην επιθετική τακτική της Τουρκίας, είτε και τροφοδοτώντας περαιτέρω τους ανταγωνισμούς στην περιοχή με οδυνηρές συνέπειες για τους λαούς.  

Η κυβέρνηση -και όχι μόνο- μιλά με ενθουσιασμό για «αύξησης της ελληνικής επικράτειας». Είναι γνωστό όμως, ότι η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια αποτελεί δικαίωμα κάθε κράτους και συνεπώς και της Ελλάδας.

Σε συνδυασμό με την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης και τα γεγονότα στην ανατολική Μεσόγειο, προβληματίζει η προηγούμενη συμφωνία μεταξύ Ελληνικής και Αλβανικής κυβέρνησης για σύνταξη συνυποσχετικού και προσφυγής στη Χάγη για τις θαλάσσιες ζώνες. Οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας, που ακολούθησαν, υπενθυμίζουν την ακύρωση της  Ελληνοαλβανικής συμφωνίας του 2009 μετά από παρέμβαση της Τουρκίας.

Η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης καθώς και η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης δεν μπορεί να ιδωθούν χωριστά από τις γενικότερες εξελίξεις στην περιοχή, τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ τους, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού τους, με τη Ρωσία και την Κίνα. Η κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα έχουν τεράστιες ευθύνες έχοντας ανακηρύξει σε προστάτες των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, αυτούς δηλαδή, που χρόνια τώρα “βάζουν πλάτη” στην προκλητικότητα και στην αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας από την τουρκική ηγεσία.

Όσο όμως η χώρα εμπλέκεται πιο βαθιά στο κουβάρι των ανταγωνισμών και συνεχώς γίνεται πιο επικίνδυνη η κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, προετοιμάζονται οδυνηροί συμβιβασμοί που αφορούν τη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και στην επίλυση του Κυπριακού.

Η ΚΕΘΑ πιστεύει ότι για να ανοίξει ο δρόμος στη κατεύθυνση κάλυψης των αναγκών των λαών της περιοχής, της αμοιβαίας επωφελούς συνεργασίας τους, απαιτείται ο λαός να αγωνιστεί, για αποδέσμευση από ΕΕ και ΝΑΤΟ, όπως και κάθε άλλη ιμπεριαλιστική ένωση.

Η ΚΕΘΑ καλεί σε επαγρύπνηση και δυνάμωμα του αγώνα για:

– Καμιά παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων όπως αυτά καθορίζονται από τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο στη Θάλασσας του 1982.

– Την απεμπλοκή της Ελλάδας από τα σχέδια των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και την αποχώρηση των Ενόπλων Δυνάμεων από όλες τις ιμπεριαλιστικές αποστολές στο εξωτερικό.

– Την αποδέσμευση από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, το κλείσιμο της βάσης της Σούδας και των άλλων αμερικανοΝΑΤΟικών βάσεων.

18/1/2021

Η γραμματεία της Κίνησης για την Εθνική Άμυνα (ΚΕΘΑ)